Οι συναλλαγές στην αγορά του forex διαφέρουν από άλλως ειδών συναλλαγές (όπως αυτές στο χρηματιστήριο) και χάρη στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν κάποιες προμήθειες ή χρεώσεις για τις υπηρεσίες που προσφέρονται. Οι συγκεκριμένες υπηρεσίες προσφέρονται από τις ιστοσελίδες που διατηρούν εταιρείες, γνωστές και ως forex brokers, που δε ζητούν προμήθειες, συνδρομές ούτε καν κάποιο ποσό για τις υπηρεσίες τους.
Ουσιαστικά, λοιπόν, η δυνατότητα πραγματοποίησης συναλλαγών είναι δωρεάν στην αγορά του forex. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι οι επενδυτές δεν έρχονται αντιμέτωποι με κάποιες χρεώσεις. Οι συγκεκριμένες, όμως, είναι τόσο μικρές που σπάνια έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στο κεφάλαιό τους.
Η σημαντικότερη από αυτές τις χρεώσεις είναι το spread, το κέρδος ουσιαστικά που εξασφαλίζει ο forex broker. Η συγκεκριμένη χρέωση οφείλεται στις δύο τιμές που εμφανίζονται για κάθε ζεύγος νομισμάτων: την τιμή ζήτησης και την τιμή πώλησης. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις τιμές σημαίνει πως σε άλλη τιμή αγοράζει ο επενδυτής ένα ζεύγος και σε άλλη την πουλάει, ονομάζεται spread και αποτελεί το κέρδος του forex broker. Συνήθως αυτό το spread δεν ξεπερνά το ένα pip και μπορεί να βρεθεί σε δύο μορφές: το σταθερό και το κυμαινόμενο. Στην πρώτη περίπτωση, το spread παραμένει σε κάθε περίπτωση σταθερό, ενώ στη δεύτερη εξαρτάται από το ζεύγος των νομισμάτων και την χρονική περίοδο.
Εκτός από τη μικρή αυτή χρέωση του forex broker, υπάρχει και ένας άλλος παράγοντας που μπορεί να μετβληθεί σε χρέωση για μια συναλλαγή: η μετακύλιση και τα επιτόκια που τη συνοδεύουν. Αναλυτικότερα, κάθε συναλλαγή που παραμένει ανοιχτή και μετά το κλείσιμο της αγοράς (κάθε βράδυ τα μεσάνυχτα) υπόκειται σε μετακύλιση και ενεργοποιούνται τα ισχύοντα επιτόκια. Στην περίπτωση που το νόμισμα βάσης (αυτό που αγόρασε) του ζεύγους του έχει μικρότερο επιτόκιο από το αντίπαλο νόμισμα (αυτό που πουλάει), η μετακύλιση μεταφράζεται σε χρέωση. Στην αντίθετη περίπτωση, όμως, ο επενδυτής μπορεί να αποκομίσει κέρδος από τη μετακύλιση.
Οι παραπάνω χρεώσεις, λοιπόν, είναι ελάχιστες, σε σύγκριση με αυτές που ισχύουν σε συναλλαγές άλλων αγορών. Ωστόσο, πρόκειται για παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, για ακόμη καλύτερη διαχείριση του κεφαλαίου.